ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙΣ-ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Το τελευταίο διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη μία τελείως «μυστική» – «υπόγεια» διαδικασία χωρίς καμία ενημέρωση, κανένα διάλογο, στην κυριολεξία στο σκοτάδι, για τη συγχώνευση και κατάργηση σχολείων. Στο πλαίσιο αυτό ακούγεται και πάλι πολύ έντονα η κατάργηση Περιφερειακών Γυμνασίων και Λυκείων, αλλά και Ολιγοθέσιων Δημοτικών Σχολείων, τα οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα στο ημερήσιο τύπο (Έθνος, 27-11-2010) ανέρχονται σε πρώτη φάση περίπου 300 σε όλη τη χώρα.
Τα κύρια επιχειρήματα, που αναπτύσσονται εστιάζουν στην άποψη ότι τα σχολεία αυτά είναι οικονομικά «ασύμφορα» και προτείνεται η κατάργηση ή συγχώνευσή τους κυρίως για την εξοικονόμηση πόρων μέσω της μείωσης των εκπαιδευτικών που εργάζονται σ’ αυτά και της μείωσης των λειτουργικών δαπανών.
Όχι, κύριοι, τα περιφερειακά σχολεία δεν είναι κατώτερα των πολυδύναμων σχολείων των αστικών κέντρων. Ούτε στις επιδόσεις των μαθητών τους, ούτε στην αλληλεπίδραση μαθητών με τους συμμαθητές τους και τους εκπαιδευτικούς, ούτε στην κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών τους. Τουλάχιστον αυτό αποδεικνύουν οι επιστημονικές έρευνες και αυτό υποστηρίζουν έγκριτοι ειδικοί επιστήμονες που έχουν ασχοληθεί με το θέμα.
Αυτό που επηρεάζει τη σχολική επίδοση των μαθητών είναι κυρίως το κοινωνικό περιβάλλον, το επάγγελμα των γονιών, το επίπεδο εκπαίδευσής τους, οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις και όχι το μικρό ή μεγάλο σχολείο. Αυτά είναι συμπεράσματα επιστημονικής έρευνας που έγινε σε 13 γεωγραφικά διαμερίσματα και σε 125 ολιγοθέσια και 42 πολυθέσια σχολεία. (Ιωάννης Φύκαρης, Λέκτορας).
Τα συμπεράσματα των ερευνών δείχνουν ότι δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί πως η αλληλεπίδραση των μαθητών των περιφερειακών μικρών σχολείων υστερεί σε σχέση με αυτή των μαθητών των πολυδύναμων σχολείων. Στις περισσότερες μάλιστα περιπτώσεις οι μαθητές αλληλεπιδρούν περισσότερο με το καθηγητή τους και το δάσκαλο, αλλά και τους συμμαθητές τους στα μικρότερα περιφερειακά σχολεία.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως το υπουργείο με πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις δίνει τη δυνατότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης να αποφασίζει για τη συγχώνευση και κατάργηση σχολείων παρακάμπτοντας τις τοπικές κοινωνίες και τα υπάρχοντα γνωμοδοτικά όργανα (επιτροπές παιδείας, αυτοδιοικητικά συμβούλια).
Η ως τώρα πρακτική της κυβέρνησης στα ζητήματα της εκπαίδευσης αποδεικνύει πως μέλημα της δεν είναι το συμφέρον της κοινωνίας και του δημόσιου σχολείου. Κινείται με καθαρά οικονομικά κριτήρια προωθώντας τη λογική του «φθηνού» σχολείου και αδιαφορώντας για τις συνέπειες που έχει η πολιτική της στην εκπαιδευτική διαδικασία. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος λοιπόν να έχουμε κατάργηση σχολείων για καθαρά οικονομικούς λόγους και με απτά αποτελέσματα: τα σχολεία-μαμούθ με τμήματα των 30 μαθητών, αύξηση της απόστασης μετακίνησης των μαθητών με ότι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλειά τους και τον ελεύθερο χρόνο τους, μαράζωμα των τοπικών κοινωνιών, υπεράριθμους εκπαιδευτικούς που θα μετακινούνται με απόφαση της διοίκησης ακόμη και εκτός περιφέρειας.